- αναποδισμός
- ο (Α ἀναποδισμός) [ἀναποδίζω (Ι)]βάδιση προς τα πίσω, οπισθοδρόμηση, επάνοδος, επιστροφήαρχ.1. ανάκληση2. επιμελέστερη ή ακριβέστερη εξέταση.
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
ἀναποδισμός — going back masc nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀναποδισμοῖς — ἀναποδισμός going back masc dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀναποδισμοί — ἀναποδισμός going back masc nom/voc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀναποδισμοῦ — ἀναποδισμός going back masc gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀναποδισμούς — ἀναποδισμός going back masc acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀναποδισμῶν — ἀναποδισμός going back masc gen pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀναποδισμῷ — ἀναποδισμός going back masc dat sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀναποδισμόν — ἀναποδισμός going back masc acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
МОДЕРАТ — МОДЕРАТ (Μοδέρατος) из Гадиры (Γάδειρα, финикийское поселение в Испании) (2 я пол. 1 в. н. э.), философ неопифагореец, автор сочинения «Пифагорейские учения» в 11 й кн. (используется Порфирием в соч. «Жизнь Пифагора», 48 53) и «О материи» (ср … Античная философия
αναποδίζω — (I) (Α ἀναποδίζω) 1. γυρίζω πίσω, επιστρέφω στο σημείο εξορμήσεως, οπισθοχωρώ, οπισθοδρομώ 2. (για σιδηροδρόμους και ατμόπλοια) κινώ τη μηχανή ανάποδα, αντίστροφα για οπισθοχώρηση, κινούμαι με την πρύμνη αρχ. μσν. κάνω κάποιον να γυρίσει, να… … Dictionary of Greek